Από τα τέσσερα εν συνόλω μυθιστορήματα του Αντρέα Φραγκιά, που δημοσιεύτηκαν κατά το διάστημα μιας τριακονταετίας, η Καγκελόπορτα, η οποία κυκλοφορεί εν έτει 1962 από τις εκδόσεις της Επιθεώρησης Τέχνης, αποτελεί, όπως κι αν τη ζυγίσουμε ή τη λογαριάσουμε, το λιγότερο αλληγορικό και συμβολικό του έργο. Παρακολουθώντας την Καγκελόπορτα από σκηνή σε σκηνή και από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, εύκολα διαπιστώνουμε πως στις σελίδες της δεν υπάρχουν ούτε η απρόσωπη πολυπροσωπία των ηρώων στο Άνθρωποι και σπίτια (1955), που περιστέλλει εμφανώς και εξ αρχής την ατομικότητά τους, μεταμορφώνοντάς τους σε ένα είδος παθητικού και ανώνυμου θιάσου, ούτε η διαλεκτική δούλου και αφέντη η οποία κινεί με αρχετυπικούς σχεδόν όρους τη δράση στον Λοιμό (1972) ή στο Πλήθος (1987). Από την Καγκελόπορτα απουσιάζουν δύο ακόμη δομικά στοιχεία της υπόλοιπης πεζογραφίας του Φραγκιά: η συστηματική ελλειπτικότητα του μύθου και η εμφανώς αφαιρετική (αν όχι ανιστορική) προβολή της εμπειρίας της Κατοχής και της Αντίστασης στη συνείδηση και στις αντιδράσεις των ηρώων.
Βίος ιστορικός και εμπράγματος
Η ιστορία την οποία ξεδιπλώνει ο Φραγκιάς στην Καγκελόπορτα είναι η ιστορία μιας φτωχικής αυλής της Αθήνας των μέσων της δεκαετίας του 1950, μιας αυλής στην οποία πρωταγωνιστούν δύο κατά βάσιν πρόσωπα: ο Άγγελος, που είναι κομμουνιστής και κρύβεται εδώ και εφτά χρόνια από τις αρχές προκειμένου να γλιτώσει από την εφαρμογή μιας καταδικαστικής απόφασης η οποία εκκρεμεί εις βάρος του από το 1947, και ο Αντώνης, που έλαβε σθεναρά μέρος στην πάλη κατά του κατακτητή και πίστεψε θερμά στην ιδέα μιας άλλης διοργάνωσης του κόσμου, αλλά ταλαιπωρείται ποικιλοτρόπως στο μεταπολεμικό και μετακατοχικό κλίμα, το οποίο τον εξαναγκάζει να τρέξει με αστρονομική ταχύτητα αν θέλει να τα βολέψει με τις εντυπωσιακά αλλαγμένες οικονομικές και εργασιακές απαιτήσεις της εποχής. Και οι δύο μετέρχονται κάθε μέτρο και κάθε θυσία για να επιβιώσουν: ο Άγγελος αναζητώντας καταφύγιο στους πιο απίθανους χώρους της αυλής, διωγμένος σκαιά από τον παλαιότερο, εκτός αυλής προστάτη του και υποχρεωμένος να μείνει στα λίγα τετραγωνικά της κρυμμένος από τα μάτια όχι μόνο των γειτόνων, αλλά και (τουλάχιστον για ένα διάστημα) των δικών του` ο Αντώνης ψάχνοντας τους πιο απίστευτους επιχειρηματικούς παράγοντες, κυνηγημένος αγρίως από την ανάγκη του να αποδείξει στον εαυτό του και στη γυναίκα του Βαγγελία ότι έχει πιάσει τον ταύρο από τα κέρατα, στέλνοντας μακριά τις ιδεολογίες του παρελθόντος και μπαίνοντας στο πετσί της νέας κοινωνικής συνθήκης. Ο Άγγελος και ο Αντώνης θα διαγράψουν ατέλειωτες διαδρομές μέχρι να βγουν από τον κύκλο της μικρής αυλής ο ένας και του ελληνικού εμπορικού μικρόκοσμου ο άλλος, αποφασίζοντας, επιτέλους, να πορευτούν με τις δικές τους δυνάμεις, έστω κι αν αυτό σημαίνει τη διάψευση των προπολεμικών προσδοκιών και οραματισμών τους. Στο μεταξύ, μέχρι να γίνει αυτό, θα συγκρουστούν πολλές φορές με τις αγαπημένες τους: με τη λατρευτή του Ισμήνη ο Άγγελος, επειδή αρνείται να σπάσει την απομόνωσή του στην πόλη και να ζήσει, όπως του προτείνει η ίδια, περισσότερο ελεύθερα, κάπου στην εξοχή` με την καρτερική, αλλά -από ένα σημείο και μετά- τελείως αγανακτισμένη Βαγγελία ο Αντώνης, επειδή της καυχιέται συνεχώς για τις ψεύτικες επιτυχίες του ενώ αρνείται πεισματικά, έχοντας κατά βάθος πλήρη επίγνωση της επαγγελματικής του ανικανότητας, να αποκτήσουν παιδί. Τον χορό των πρωταγωνιστών συμπληρώνουν ο Ευτύχης, ένας σαλταδόρος της Κατοχής, ο οποίος κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να μη χάσει το τραίνο της ευμάρειας που υπόσχεται ο γενναίος, καινούργιος κόσμος, και ο Θόδωρος, ένας δοσίλογος, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την καταδίκη του Άγγελου και χαίρεται ατιμώρητος την εξουσία του και τα λεφτά του.
(Απόσπασμα της εισήγησης του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου στο συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα στις 14-16 Δεκεμβρίου 2007, στην Αίθουσα της ΕΣΗΕΑ. Οι εισηγήσεις του συνεδρίου θα δημοσιευτούν σε προσεχές τεύχος του περιοδικού Θέματα Λογοτεχνίας των εκδόσεων Γκοβόστη)
Βίος ιστορικός και εμπράγματος
Η ιστορία την οποία ξεδιπλώνει ο Φραγκιάς στην Καγκελόπορτα είναι η ιστορία μιας φτωχικής αυλής της Αθήνας των μέσων της δεκαετίας του 1950, μιας αυλής στην οποία πρωταγωνιστούν δύο κατά βάσιν πρόσωπα: ο Άγγελος, που είναι κομμουνιστής και κρύβεται εδώ και εφτά χρόνια από τις αρχές προκειμένου να γλιτώσει από την εφαρμογή μιας καταδικαστικής απόφασης η οποία εκκρεμεί εις βάρος του από το 1947, και ο Αντώνης, που έλαβε σθεναρά μέρος στην πάλη κατά του κατακτητή και πίστεψε θερμά στην ιδέα μιας άλλης διοργάνωσης του κόσμου, αλλά ταλαιπωρείται ποικιλοτρόπως στο μεταπολεμικό και μετακατοχικό κλίμα, το οποίο τον εξαναγκάζει να τρέξει με αστρονομική ταχύτητα αν θέλει να τα βολέψει με τις εντυπωσιακά αλλαγμένες οικονομικές και εργασιακές απαιτήσεις της εποχής. Και οι δύο μετέρχονται κάθε μέτρο και κάθε θυσία για να επιβιώσουν: ο Άγγελος αναζητώντας καταφύγιο στους πιο απίθανους χώρους της αυλής, διωγμένος σκαιά από τον παλαιότερο, εκτός αυλής προστάτη του και υποχρεωμένος να μείνει στα λίγα τετραγωνικά της κρυμμένος από τα μάτια όχι μόνο των γειτόνων, αλλά και (τουλάχιστον για ένα διάστημα) των δικών του` ο Αντώνης ψάχνοντας τους πιο απίστευτους επιχειρηματικούς παράγοντες, κυνηγημένος αγρίως από την ανάγκη του να αποδείξει στον εαυτό του και στη γυναίκα του Βαγγελία ότι έχει πιάσει τον ταύρο από τα κέρατα, στέλνοντας μακριά τις ιδεολογίες του παρελθόντος και μπαίνοντας στο πετσί της νέας κοινωνικής συνθήκης. Ο Άγγελος και ο Αντώνης θα διαγράψουν ατέλειωτες διαδρομές μέχρι να βγουν από τον κύκλο της μικρής αυλής ο ένας και του ελληνικού εμπορικού μικρόκοσμου ο άλλος, αποφασίζοντας, επιτέλους, να πορευτούν με τις δικές τους δυνάμεις, έστω κι αν αυτό σημαίνει τη διάψευση των προπολεμικών προσδοκιών και οραματισμών τους. Στο μεταξύ, μέχρι να γίνει αυτό, θα συγκρουστούν πολλές φορές με τις αγαπημένες τους: με τη λατρευτή του Ισμήνη ο Άγγελος, επειδή αρνείται να σπάσει την απομόνωσή του στην πόλη και να ζήσει, όπως του προτείνει η ίδια, περισσότερο ελεύθερα, κάπου στην εξοχή` με την καρτερική, αλλά -από ένα σημείο και μετά- τελείως αγανακτισμένη Βαγγελία ο Αντώνης, επειδή της καυχιέται συνεχώς για τις ψεύτικες επιτυχίες του ενώ αρνείται πεισματικά, έχοντας κατά βάθος πλήρη επίγνωση της επαγγελματικής του ανικανότητας, να αποκτήσουν παιδί. Τον χορό των πρωταγωνιστών συμπληρώνουν ο Ευτύχης, ένας σαλταδόρος της Κατοχής, ο οποίος κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να μη χάσει το τραίνο της ευμάρειας που υπόσχεται ο γενναίος, καινούργιος κόσμος, και ο Θόδωρος, ένας δοσίλογος, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την καταδίκη του Άγγελου και χαίρεται ατιμώρητος την εξουσία του και τα λεφτά του.
(Απόσπασμα της εισήγησης του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου στο συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα στις 14-16 Δεκεμβρίου 2007, στην Αίθουσα της ΕΣΗΕΑ. Οι εισηγήσεις του συνεδρίου θα δημοσιευτούν σε προσεχές τεύχος του περιοδικού Θέματα Λογοτεχνίας των εκδόσεων Γκοβόστη)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου