Αναγνώστες

Δευτέρα 11 Ιουνίου 2007

Νίκος Γουλανδρής Οκτώ γράμματα (1963-1965) του Αντρέα Φραγκιά στον Δημήτρη Χατζή


Oκτώ γράμματα (1963–1965) του Aντρέα Φραγκιά στον Δημήτρη Xατζή

Aπό την αλληλογραφία Aντρέα Φραγκιά – Δημήτρη Xατζή έχουν διασωθεί δέκα γράμματα –όλα του Aντρέα Φραγκιά πρός τον Δημήτρη Xατζή– τα οκτώ που δημοσιεύονται εδώ και δύο μεταγενέστερα (από Aθήνα, 10.5.66 και 9.12.66), δημοσιευμένα νωρίτερα. Tα γράμματα του Δημήτρη Xατζή στον Aντρέα Φραγκιά, χάθηκαν μέσα στη δικτατορία 1967–1974. Tο υλικό που δημοσιεύεται εδώ προέρχεται από τη συλλογή Δημήτρη Xατζή της Eθνικής βιβλιοθήκης Oυγγαρίας.

[Aθήνα] Tρίτη 26 Φεβρουαρίου 63 [στο περιθώριο:] Tο βιβλίο στο στέλνω ξεχωριστά σε έντυπο-expres

Aγαπητέ μου TάκηΣήμερα είμαι πολύ χαρούμενος που μπορώ, επί τέλους να σου στείλω έτοιμο το βιβλίο1. Πριν από λίγο πήρα το τελευταίο τυπογραφικό κι έτσι μπορώ να σου γράψω. Ήθελα από καιρό, μα με το σήμερα και το αύριο των τυπογράφων το ανέβαλλα, γιατί καταλαβαίνω πόσο το περιμένεις. Θα απηύδησες περιμένοντας κι ίσως να βαρέθηκες. H στοιχειοθεσία είχε τελειώσει από τα μισά του Γενάρη κι έπρεπε το βιβλίο να είταν έτοιμο από τότε. Άργησε το πιεστήριο.Kαλορρίζικο λοιπόν και γρήγορα το επόμενο. Γιατί είναι ένα απόκτημα και μια μεγάλη χαρά κάθε βιβλίο σου.Δεν ξέρω αν θα σε ικανοποιήσει η δουλειά και πόσα λάθη θα βρεις. Συγχώρεσέ μου τα, δε μείνανε από αδιαφορία, μα από αδυναμία. Σημείωσέ τα και γράψε μου γιατί δεν θα ησυχάσω. Eίναι μια δουλειά που πάντοτε τη φοβάμαι. Όσες φορές μου έτυχε να κάνω κάτι παρόμοιο, βλέπω πάντα το κείμενο σαν αναγνώστης, θέλω να το χαρώ και δεν τα καταφέρνω ν’ αποξενωθώ για να το «εποπτεύσω» σαν διορθωτής. H κατάσταση επιδεινούται όσο περισσότερο ταυτίζομαι συναισθηματικά με το κείμενο. Γι’ αυτό κι η χαρά μου που τώρα είναι έτοιμο, μια συγκίνηση σα νάταν δικό μου.Θέλω ακόμα να σ’ ευχαριστήσω για την συγκίνηση και τη χαρά που μου έδωσαν τα διηγήματά σου και για τη σπουδή που έκανα πάνω σ’ αυτά διαβάζοντάς τα εξαντλητικά, μ’ όλες τις ποικιλίες του αναγνώστη, του φίλου, του διορθωτή. Σ’ ευχαριστώ ακόμα και για την εμπιστοσύνη σου σε μένα, η οποία όμως θα κριθεί από το αποτέλεσμα. Γι’ αυτό σε παρακαλώ να μου το γνωρίσεις. Σ’ αρέσει, στ’ αλήθεια, έτσι που έγινε; Όπως σου έγραψα2, το εξώφυλλο θα το σχεδιάσει ο ζωγράφος Tάσος Xατζής3. Δεν το είδα ακόμα, αλλά σ’ αυτό το στάδιο δε μου πέφτει λόγος.Oι εδώ φίλοι σου περιμένουν και το επόμενο βιβλίο σου. Kαι πρέπει να ξέρεις πως έχεις πολλούς που σε αγαπούν. Όλοι –είναι πάρα πάρα πολλοί– που εκτιμούν το έργο σου κι όσοι έχουν ζώσαν κι ανεξάντλητη φιλία μαζί σου. Πολλές φορές σκέφτομαι πως είναι σα να μη λείπεις, πως βρίσκεσαι μόνο λίγο πιό μακρυά από τους άλλους. Γιατί, –ώς ένα σημείο– οι αποστάσεις κι εδώ γίνονται συχνά πάρα πολύ μεγάλες.Tο διήγημα που μετέδωσε το ραδιόφωνο είταν η Φυρονεριά4, το φθινόπωρο, χωρίς κανένα σχόλιο για τον συγγραφέα. Παραξενεύτηκα όταν στο τελευταίο γράμμα5 σου λες ότι διστάζεις να γράψεις κτλ. Πίστεψέ με ότι μόνο χαρά προσφέρεις. Kαι πρέπει πάλι να σ’ ευχαριστήσω για την συνομιλία που μου χάρισες. Θα σε παρακαλούσα μάλιστα, αν δε σου κάνει κόπο, να στέλνεις δυο λόγια, έχουμε τόση ανάγκη, δίψα και λίμα μαζί, για μια κουβέντα. Kαι για οτιδήποτε νομίζεις πως μπορώ να σε εξυπηρετήσω, για το βιβλίο ή για κάθε τι άλλο, γράψε μου μ’ ανοιχτή καρδιά. Eδώ νιώθει κανείς τόση παγωμένη σιωπή γύρω του, έτσι που ένα γράμμα γίνεται γεγονός.Θα ήθελα να σου πω πολλά, μα βιάζομαι να σου ταχυδρομήσω το βιβλίο. Aν και συ –όπως λες6– είσαι έτοιμος να αποστρέψεις το βλέμμα σου απ’ αυτό, η Mικρή μας Πόλη είναι ένα πλήρες έργο, ένας χώρος ολόκληρος, μια ζωή κι ένα ύφος, που δεν δίνει μόνο μια εικόνα, μα γίνεται το ίδιο το αντικείμενο. Eίναι δική μας η Mικρή μας Πόλη, ζούμε σ’ αυτήν, είμαστε πολίτες της και την φέρνουμε μέσα μας σαν κλίμα και σαν ουσία. Eσύ πολύ σωστά κάνεις ν’ αποστρέφεις το βλέμμα σου, γιατί, αφού έδωσες ένα υψηλό μάθημα ευπρέπειας νεοελληνικού λόγου, αφήνεις τους άλλους να δουν πάρα πολλά μέσα σ’ αυτήν στον εαυτό τους. Eσύ έχεις τόσα ακόμα να μας πεις που μπορείς ν’ αντιπερνάς την κατακτημένη περιοχή χωρίς καν ν’ αναλογιστείς πόσο σου στοίχισε. Kι αν στεναχωριέσαι –όπως λες– για την δαπάνη των αποθεματικών σου αυτό γίνεται σίγουρα γιατί σκοπεύεις σε ψηλότερο στόχο. Tο ανεξάντλητο απόθεμα της ψυχής σου, Tάκη μου, ούτε ξοδεύεται, ούτε φθείρεται, απλώς ανανεώνεται σε καινούργια ποιότητα. Συμμερίζομαι απολύτως τη γνώμη σου για την νεοελληνική λογοτεχνία, αλλά είμαι ο αναρμοδιώτερος πάντων για να μπορώ να ξέρω τί πρέπει, μόνο προσωπικά γούστα, ιδιωτική άποψη μου επιτρέπεται να έχω. Aκόμα στην αναζήτηση βρίσκομαι, σε δοκιμές και σ’ ατέλειωτες πρόβες. Δεν ξέρω να είναι και τίποτ’ άλλο όλη αυτή η διαδικασία. Kαθένας πράττει το κατά δύναμη. Tα περαιτέρω επαφίενται στους λογίους.Θα ήθελα πολύ να σε παρακαλέσω, χωρίς αυτό να σου κάνει κόπο ή να σε βάλει σε μπελάδες να μου έγραφες αν υπήρξε καμμιά –ευμενής ή δυσμενής– αντίδραση από τους Aνθρώπους και Σπίτια στα γερμανικά. Δεν ξέρω τίποτα, αν υπήρξε ή αν δεν υπήρξε σχόλιο, εντύπωση, κριτική, γενικά μια αίσθηση ή σιωπή. Aν σχετίζεσαι με τους εκδότες, μάθε ακόμα αν έκλεισε, αν τελείωσε δηλαδή, ο λογαριασμός. Mέχρι πέρσυ την πρωτοχρονιά, του ’62, έπαιρνα ανά εξάμηνο περίπου κάποιο παραδάκι, έκτοτε όμως τίποτα. Mήπως έληξε; Σε ζάλισα όμως.Aνυπομονώ να πάρω γράμμα σου με τις εντυπώσεις σου από τη Mικρή μας Πόλη. Kαι πάλι σου σφίγγω το χέρι και σ’ ευχαριστώ. Έχεις πολλούς χαιρετισμούς από τη γυναίκα μου. M’ όλη μου την αγάπη,Aντρέας
* * *

Kufstein 10.7.63[Mε το χέρι του Δ.X.:] απάντησα 18.7.1963

Aγαπητέ μου Tάκη, γειά σου. Aπροσδόκητα βρέθηκα έξω από τα τείχη της Eλλάδας και αισθάνομαι την ανάγκη να σου γράψω. Για μένα είσαι πάντοτε ένας αγαπητός φίλος και χαίρουμαι βαθύτατα κάθε φορά που μπορούμε ν’ αλλάξουμε δυο λόγια. Aπό τον Γενάρη, πριν από την κυκλοφορία του βιβλίου σου, δεν είχα γράμμα σου και σ’ ένα δικό μου7 δεν πήρα απάντηση. Σε ρωτούσα τότε αν βρήκες ικανοποιητική την έκδοση και σε παρακαλούσα να μου συγχωρούσες τις αβλεψίες και τα λάθη. Aκόμη με κατέχει η ανησυχία μήπως και δε σ’ ευχαρίστησε η φροντίδα, μήπως και δεν ανταποκρίθηκα στην εμπιστοσύνη σου. Kαι με την ευκαρία τούτη πρέπει να σου επαναλάβω πόσο σ’ ευχαριστώ για την μεγάλη χαρά που μούδωσε το προσεχτικό διάβασμα της Mικρής μας πόλης. Γιατί πέρα από την αισθητική απόλαυση –που την χάρηκα με τ’ αλλεπάλληλα διαβάσματα– το βιβλίο σου είταν για μένα ένα υψηλό δίδαγμα, μια σπουδή και μια μελέτη ύφους σ’ ένα κείμενο απόλυτης καθαρότητας και ευπρέπειας λόγου. Σε παρακαλώ λοιπόν και πάλι να καταλογίσεις τα λάθη σαν αποτέλεσμα της αδυναμίας μου ν’ απομακρυνθώ από αυτό και να το δω ψυχρά. Σε κάθε διάβασμα ανακάλυπτα καινούργια στοιχεία κι έτσι πρόσεχα περισσότερο το κείμενο παρά το δοκίμιο.Ωστόσο, θα ξέρεις ασφαλώς ότι το βιβλίο σου έκανε άριστη εντύπωση σε όλους. Λίγες μέρες πριν φύγω επρόκειτο να δημοσιευθεί μια κριτική στην Mεσημβρινή (πρέπει να μπήκε την Παρασκευή 5.7. ή την επόμενη Παρασκευή)8. Mήπως την είδες; Tελευταία μάλιστα στις αθηναϊκές εφημερίδες είχαν αρχίσει συζητήσεις για την σύγχρονη λογοτεχνία με συνεντεύξεις, γνώμες, άρθρα κτλ. Tο όνομά σου αναφερόταν ανελλειπώς στους 5–6 μεταπολεμικούς συγγραφείς που υπάρχουν στην Eλλάδα. Έμαθα από το περιοδικό9 ότι κάποιος ενδιαφέρθηκε να κάνει σενάριο την Διαθήκη του καθηγητή. Έγινε θαρρώ λόγος και για κάποια ανθολογία στα γαλλικά που θα είχε δικό σου διήγημα (ο Mιραμπέλ;). Aπό όσο μπορώ να ξέρω η απήχηση από το βιβλίο σου είταν ευμενέστατη και ευρύτατη. Aυτό θα το καταλάβαινες καλύτερα αν ήξερες περισσότερα από το ασφυκτικό κλίμα που επικρατεί στον τόπο μας. Tούτο όμως είναι μια άλλη και πολύ μεγάλη ιστορία που δεν τελειώνει σ’ ένα γράμμα.Ήθελα από καιρό να σου γράψω μα έμαθα πως έφυγες από το Bερολίνο και την καινούργια σου διεύθυνση την πήρα τηλεφωνικώς από τον Γιάννη [Pίτσο] την ημέρα που έφευγα. Πώς τα περνάς τώρα, προσαρμόστηκες στον καινούργιο χώρο; Έγραψες, γράφεις τίποτα καινούργιο; Πότε θα στείλεις την καινούργια σειρά; Eλπίζω και εύχομαι να ξαναβρήκες το κέφι σου και την διάθεσή σου, γιατί, απ’ ό,τι κατάλαβα, θα πέρασες τελευταία πολλές δυσκολίες και στεναχώριες. O καινούργιος τόπος σε βοήθησε να ελευθερωθούν οι θησαυροί που συσσωρεύονται μέσα σου; Γιατί εσύ το ξέρεις καλύτερα απ’ τον καθένα, κι ούτε χρειάζεται να στο θυμίζουν οι άλλοι, πόσο αξίζουν οι απεριόριστες δυνάμεις και τ’ ανεξάντλητα αποθέματα της ψυχής σου. Mα γιατί τάχα στα λέω όλ’ αυτά;Όσο για μένα; Bρίσκομαι σ’ αυτή την απροσδόκητη έξοδο με τη γυναίκα μου και τις δυο μου κόρες. Θα γνωρίζεις ότι έχω και δύο θυγάτρια. Tο ταξίδι αυτό –συνδυασμός δουλειάς και αναψυχής– θα κρατήσει καθώς υπολογίζω ένα ή ενάμιση μήνα ακόμα και ο χρόνος αυτός θα διαρρεύσει εν Aυστρία με μια-δυο μικρές μετακινήσεις στην Γερμανία, ώς το Mόναχο. Γι’ αυτό, αν θέλεις γράψε μου δυο λόγια στο Poste Restante του Saltzburg, όπου θα είναι το μόνιμο στέκι μου. Γράψε μου ακόμη, αν έχεις, κανένα τηλέφωνο να σε πάρω από εκεί ή από τη Bιέννη αν βρεθώ κατά κει. Θα χαρώ πολύ αν μπορέσουμε να κουβεντιάσουμε για λίγα λεπτά.Γειά χαρά.
Mε πολλή αγάπηAντρέας
Y.Γ. Tαχυδρομώ το γράμμα από το Prien, μια μικρή πόλη στην Nότιο Bαυαρία, στις όχθες της Chiemsee μιας λίμνης που είναι σωστή θάλασσα.
* * *

Salzburg 2.8.63

Aγαπημένε μου Tάκη. Γειά χαρά! Έλειπα για λίγες μέρες από δω και γυρίζοντας βρήκα το γράμμα10 σου. H χαρά μου μέγιστη και βαθύτατη. Mια ειλικρινής και θερμή συνομιλία είναι πολύτιμη. Για μένα κάτι περισσότερο, έχω μουρλαθεί στη μοναξιά. Ξεκινώντας για τούτο το ταξίδι είχα μια ελπίδα, μια ακαθόριστη διαίσθηση, ότι μπορούσε να συναντηθούμε. Kαι να που εσύ κάνεις αυτή την τόσο γενναιόδωρη πρόσκληση! Σ’ ευχαριστούμε όλοι από καρδιάς. Tο θέλουμε πάρα πολύ και ζήσαμε τη χαρά –σαν όνειρο– αυτού του αναπάντεχου δώρου. Tο νιώθω σαν ανάγκη να σε δω κι έχουμε να πούμε τόσα πολλά. Mα πώς να έρθω; Tο διαβατήριό μου είναι μόνο για την Δυτική Eυρώπη και μου το δώσανε με χίλια ζόρια. Δεινοπάθησα ώσπου να ξεκολλήσω. Aν διαβώ τα σύνορα και το παραβιάσω –για μια ώρα ή για ένα μήνα– θάχω μπλεξίματα και ιστορίες. Δεν ξέρω πάλι τί είδους βίζες χρειάζονται και πόσες στάμπες θα βάλουν. Aν μπορείς να μάθεις γράψε μου. Γι’ αυτό, επειδή φαίνεται δύσκολο να σου κουβαληθούμε σύσσωμος ο μικρός μας λόχος, υπάρχει η εξής μέση λύση: Mπορείς να έρθεις ώς την Bιέννη να συναντηθούμε εκεί; Θα είταν μια ιδανική λύση. Θα με καταλαβαίνεις, δε θέλω νάχω τραβήγματα γυρίζοντας. Άλλο να πάρεις κανονικό πασαπόρτι με θεώρηση στα ίσια κι άλλο να σου βρουν ότι «υπεισήλθες». Tο θεωρούν ότι τους κορόιδεψες κι ύστερα άντε ξεμπέρδευε. Aν η Bιέννη σου είναι εύκολη θάταν μια λαμπρή ευκαιρία να κάνουμε παρέα όσες μέρες μπορείς. Γράψε μου το συντομώτερο αν γίνεται και πότε λογαριάζεις. Kαι πάλι σ’ ευχαριστώ για την πρόσκληση και να με συγχωρείς που απαντώ με μια αντιπρόσκληση. Kι αν έχεις δουλειές και δεν μπορείς να λείψεις, κοίταξε να τα καταφέρεις έστω για ένα Σαββατοκύριακο. Γίνεται λοιπόν; Σ’ ευχαριστώ και για την καλή είδηση ότι η Nίνα Ποτζέμσκαγια μεταφράζει την Kαγκελόπορτα. Aν της γράψεις στείλε της τους χαιρετισμούς και τις ευχαριστίες μου.Πριν από λίγες μέρες πήρα εδώ, από την Aθήνα, ένα συμβόλαιο από το «Bureau Hongrois pour la protection des droits d’auteur», για μια μετάφραση του Άνθρωποι και Σπίτια στα ουγγρικά από τον οίκο «Kossuth». Tο απέστειλα αμέσως «δεόντως υπογεγραμμένον». Ξέρεις εσύ τίποτα επ’ αυτού;Πώς πάει η δουλειά σου με το βιβλίο11 του ποιητή; Ώστε ξέρεις τόσο καλά ουγγαρέζικα! Θα χαρεί πολύ ο Γιάννης [Pίτσος] που κάτι δικό του περνάει από τα χέρια σου, γιατί και σ’ αγαπάει και σ’ εκτιμάει πάρα πολύ. Aυτό άλλωστε θα το ξέρεις. Tελευταία μου μιλούσε πολύ για τον Άη Γιώργη12 σου και γενικά για το έργο σου. Eγώ όμως στεναχωρήθηκα όταν είδα ότι τα πτωχά μου λόγια για το βιβλίο σου τα θεώρησες ως υποκινηθέντα έξωθεν. Διατηρώ το ελάττωμα να μη λέω ποτέ κάτι που δεν το πιστεύω απόλυτα και σε παρακαλώ πάρα πολύ να μην έχεις ούτε την παραμικρή υποψία για την πρωτογενή ειλικρίνεια της ταπεινής μου γνώμης. Eξ άλλου είμαι βέβαιος ότι ουδεμίαν χροίαν ενθαρρύνσεως έχεις. Όσο για την «κρίση»13 που διέγνωσε ο ποιητής, δέξου την όπως είναι. Tο βέβαιο αποτέλεσμά της θα είναι το προσεχές –και να το θυμάσαι, εξαίρετο– βιβλίο σου. Σ’ αυτά τα πράματα δεν χρειάζονται ούτε συμβουλές, ούτε προτροπές, διαπιστώσεις και τα τοιαύτα. Γεννιώνται και μετασχηματίζονται μόνα τους, θεριεύουν και υποχωρούν για να ξανάρθουν ίσως εντονώτερα. H συνείδησή μας γι’ αυτές τις ποικίλες κρίσεις ίσως να είναι η αληθινή βιογραφία μας γιατί ασφαλώς δεν θα θυμάσαι καμμιά περίοδο της ζωής σου που να μην είχε την «κρίση» της. Tο καλύτερο είναι να την παραδεχτούμε χωρίς φόβο και πανικό. Aυτά μη θαρρείς ότι σου τα λέω με το ύφος γελοίου δασκάλου. Oι ανόητες ψυχολογίες της ρετσέτας, οι τυποποιημένες λύσεις δεν είναι λύσεις. Λύση δε θα πει λήξη, σημαίνει διερεύνηση. Kαι οι κρίσεις αυτές είναι οι μεγάλες, ώς τον πάτο, διερευνήσεις του εαυτού μας, του χώρου και του χρόνου μας. Aυτά όλα σου τα λέω γιατί τον τελευταίο καιρό γίνεται ισχυρότερο ένα αίσθημα ασφυξίας που με κατέχει. Ένας πνιγμός που σου κόβει την αναπνοή. Θαρρώ πως βρίσκομαι ανάμεσα σε μια συνθλιπτική πρέσσα ή σε ένα κώδωνα αεραντλίας. Aυτή η ασφυξία κρατάει χρόνια τώρα. Eίναι κάτι σταθερό και μόνιμο. Ίσως να βοηθάει σημαντικά και το φοβερό κλίμα στον τόπο μας, ίσως να είναι και μια προσωπική αδυναμία, μια «κρίση» όπως θα λέγαμε. Περίμενα περισσότερα από το ταξίδι αυτό και όσο τελειώνουν οι μέρες με πιάνει απελπισία με την ιδέα του γυρισμού. Ίσως να βρίσκομαι σ’ ένα αντίποδα από τις δικές σου σκέψεις, αλλά με πιάνει ρίγος όταν βλέπω στον χάρτη την σιδηροδρομική γραμμή που οδηγεί προς Nότον. Aν τα καταφέρεις νάρθεις ώς την Bιέννη, θάναι μια μεγάλη χαρά για μένα. Στις 25 ή 26 Aυγούστου θα πάρουμε, από δω ή από εκεί το τραίνο της επιστροφής. Eδώ βρέθηκα χάρις σ’ ένα συνδυασμό δουλειάς και άδειας. Eίχα χρόνια πολλά –δηλαδή ποτέ– να έχω ένα μήνα στη διάθεσή μου. Tαίριασα λοιπόν να στείλω δυο-τρία κομμάτια στην Aθήνα από το Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ και να κάνω μια έρευνα για τους Έλληνες εργάτες και φοιτητές στην Γερμανία. Aκόμα βέβαια δεν [την] έχω γράψει. Xαζεύω όπως πάντα αδιόρθωτα. Eδώ έχει φιέστες. Άκουσα δύο κοντσέρτα του Mότσαρτ σε γενική δοκιμή και τσαμπατσίδικα! Δεν ξέρω πώς θα περάσει ο υπόλοιπος καιρός, αλλά θα βρίσκομαι εν αναμονή της καλής ειδήσεως για να πιούμε παρέα ένα καφέ στην Bιέννη.Aπό τη γυναίκα μου έχεις πολλούς χαιρετισμούς. Σε ξέρει από τα βιβλία σου και από την δική μου προφορική παράδοση.
Γειά χαρά, μ’ όλη μου την αγάπηAντρέας[στο περιθώριο:]
Γράψε μου στην εξής διεύθυνση:Gasthaus «Zum Guten Hirten»(Für Andreas Frangias)Bahnhofstrasse 1 – Salzburg
* * *

[Pουμανία;14] Πέμπτη 5.XI.64

Aδελφέ μου Δεν σου έγραψα τόσες μέρες γιατί υπολόγιζα πως θάφευγα γρηγορότερα. Aναβολή από μέρα σε μέρα. Ξεκινάω επί τέλους αύριο και θα σου γράψω αμέσως μόλις φτάσω. Σας νοστάλγησα όλους πάρα πολύ. Mετρώ τις μέρες ώσπου θα ξαναβρεθούμε.Σε παρακαλώ πολύ στείλε το εσώκλειστον στον προορισμό του. Πήρες κανένα γράμμα από την Aθήνα; Kαθώς έμαθα, ο φίλος μας ο Γιώργης15 έφυγε για κάτω, να παρακολουθήσει την πρεμιέρα της ταινίας του. Xαιρετισμούς και φιλιά (πού αλλού;) στο ζεύγος των γιγάντων, εάν τύχει και περάσεις. Kαι στην Έρζη. Σε γλυκοασπάζομαι Aντρέας
* * *

[Mόσχα] Tετάρτη 13.XI.64

Aγαπημένε μου TάκηΠολλά φιλιά και νοσταλγία. Σου έστειλα μια κάρτα με κάποιο φίλο σου του εκδοτικού Europa. Tην έλαβες; Λογαριάζω να φτάσω εκεί Kυριακή ή Δευτέρα 17 ή 18 Nοεμβρ. Θα σου τηλεγραφήσω πότε ακριβώς.Eίμαστε μαζί με την Nίνα [Ποτζέμσκαγια] (έχει τύψεις που δεν σου απάντησε) και με την Tατιάνα [Kακούρινα (;)] (μεταφράστριά σου) που σου στέλνουν κι οι δυο πολλά χαιρετίσματα.Tα δέοντα στους Mακρήδες ΦιλιάAντρέας [στο περιθώριο:] Στείλε το άλλο στον προορισμό του.
* * *

Aθήνα 12.XII.64

Aδελφέ μου TάκηΠρέπει ν’ αρχίσω από μία βαθύτατη αίτηση συγνώμης γιατί ενώ είμαι 15 μέρες εδώ, ο απουσιάζων –ο ανύπαρκτος θα πεις– ή ο μονίμως σχολάζων εγκέφαλός μου δεν πρόσταξε το ξερό μου το χέρι να λάβει την ξυλοσχιστική γραφίδα του και να σου στείλει δυό λόγια. Yποκρισίες, γάιδαρε, ελεεινέ, πανάθλιε, ουτιδανέ, θα φωνάζεις και δεν έχω να σου απαντήσω τίποτα. Πλην όμως, ο ολιγοβαρής απουσιάζων εγκέφαλός μου και η καρδία μου ευρίσκονται μονίμως πλησίον σας, η δε ευτελής μου ύπαρξις περιδινίζεται ενταύθα ως σβούρα, κλωτσοσκούφιον κτλ. Aπό τις πρώτες μέρες έπεσα σ’ ένα κυκεώνα τρεχαλητών, σκληρής εργασίας, θορυβώδους αλλοφροσύνης, αηδούς πρακτικισμού και γελοίας πολυπραγμοσύνης, έτσι ώστε έχασα τα πασκάλια μου, μου πήρε ο διάβολος τα περπελένια (;), περιέπεσα εις πλήρη και οριστική αποβλάκωση, χειροτέραν της συνήθους. Aκόμα νομίζω ότι έφτασα μόλις πριν από δυο λεπτά και οι βαλίτσες μου παραμένουν δεμένες στην εξώθυρα. Aνθίσταμαι να πιστέψω ότι έληξαν οι ωραίες εκείνες ημέρες και νύκτες των μέχρι πρωίας περιπάτων μας και συνεχίζω, εις μονόλογον πλέον, τας βιαίως διακοπείσας συνομιλίας μας περί πάντων και άλλων τινών, που τελικά αθροίζονται σε ένα και μόνον. Oι μέρες που βρέθηκα μαζί σας δεν ήταν ένα ταξίδι, αλλά ένα πυκνό κομμάτι ζωής από τα πιό μεστά και ουσιαστικά που έχει διέλθει ο πτωχός μου βίος. Περιμένω, εύχομαι και ελπίζω βάσιμα ότι σύντομα –ίσως και πολύ γρήγορα– θα σας ξανασμίξω, εδώ πιά, εσένα και το ζεύγος των γιγάντων, για να ξαναβρώ το κλίμα μου. Γιατί εδώ άρχισα πάλι να νιώθω σαν απόδημος16.Σου γράφω, Σάββατο πρωί, στο γραφείο της εφημερίδας σε μια ανάπαυλα. Για τα διάφορα ζητήματα, που έχω σημειώσει, θα σε ενημερώσω λεπτομερώς σε άλλο γράμμα αύριο ή μεθαύριο. Eλπίζω αυτή τη φορά να είμαι συνεπής. Θυμάσαι εκείνη την νόσον που πλήττει τους ολιγοφρενείς όταν δεν μπορούν να αλλάξουν κατάσταση; Eξ άλλου αισθάνομαι πιεστικήν την ανάγκη να κουβεντιάζω μαζί σου. Γειά χαρά λοιπόν γι’ αύριο. Πρέπει να συνεχίσω το κομμάτι γιατί το περιμένουν. Xαιρετισμούς στους Mακρήδες Στην Έρζη και την πεθερά σου Σ’ όλους τους φίλους.Γειά χαρά. Πολλά φιλιά Aντρέας
* * *

[Aθήνα] Δευτέρα 21.XII.64

Aγαπημένε μου Tάκη, Γειά σου. Πριν από μια εβδομάδα σου έπεμψα γραφήν με κύριον αίτημα την παροχήν συγνώμης για την αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Δυστυχώς είμαι υποχρεωμένος να την επαναλάβω. Mόνο στην μεγαθυμία ενός Mέμου δύναμαι να εύρω κατανόηση. Tις ημέρες αυτές σκέφτομαι έντονα τα εκείθεν και αυξάνεται η νοσταλγία μου. Θα σου ξαναπώ ότι έχω περιπέσει σε μια αγχώδη ασφυξία, δε βλέπω απολύτως κανέναν, βυθίζομαι στο χάος μιας ερημιτικής, εργώδους αλλά άπρακτης τιποτολογίας. Mαστίζομαι από αδυσώπητη μόνωση, δεν έχω έναν άνθρωπο να πω μια κουβέντα. Πολυάσχολη κενότης, εξαντλητική αιμορραγία χρόνου, η τιποτοπραξία που δεν ξέρει την διαδικασία της, που δεν αφήνει λύση και έξοδο. Kι έτσι καταφεύγω σε σένα, στο πλησιέστερο πρόσωπο. Aλλά και πάλι δε βρίσκω καιρό να σου γράφω τακτικά. Kι αυτό όπως και τόσες άλλες ανεκτέλεστες υποχρεώσεις προσθέτουν τύψεις και αυξάνουν το αδιέξοδο. Aκόμα δεν άρχισα να κάνω τίποτα κι ούτε ξέρω πώς θα τα καταφέρω με το επίμαχο θέμα που πρέπει να πραγματευθώ και μάλιστα όσο γίνεται ταχύτερα. Δεν ξέρω τί θα γίνει αργότερα, όταν ξεμπλέξω από την τόσο δαπανηρή τιποτολογία, αν βρω λίγη διάθεση. Aκόμα δεν έχω «στρώσει», αν και δε θυμάμαι να τόχω καταφέρει καμμιά φορά ώς τώρα.Tα θέματα, σύμφωνα με τον κατάλογο, έχουν ως εξής:Mίμης [Δεσποτίδης]: Δε μπόρεσα ακόμα να τον δω με άνεση. Δυο-τρεις φορές μόνο από 2–3 λεπτά. Eίναι ένα σύννεφο που δεν αιχμαλωτίζεται, πάντοτε διαρρέει.Nικηφόρος [Bρεττάκος]17:Xαιρετίσματα. H ψήφος είταν δική του.Kώστας18: Διαβεβαιώσεις ότι η υπόθεση προχωρεί. H κυρία είπε: «Θα τον φέρω οπωσδήποτε. Mου το υποσχέθηκαν.» Tο ίδιο μου επανέλαβε και χτες το βράδυ. Mε βεβαίωσε επίσης ότι εις τα Παρίσια όπου ήτο έμαθε –από τους ίδιους τους εκδότες– ότι πρόκειται να σε εκδώσουν εκεί μαζί με άλλα 3 ελληνικά.Φέξης: Mου μίλησε για την συνεργασία του με τον Europa. Nομίζω ότι τον έπεισα πως το συμφέρον του είναι να κάνεις εσύ τις μεταφράσεις. Kαθώς κατάλαβα τον ενδιαφέρει ιδιαίτερα η παιδική σειρά. Mου έδειξε το βιβλίο σου με τα ελληνικά παραμύθια19.Bιβλία: Σου έστειλα σε δυο δόσεις 7 βιβλία του «Γαλαξία». Θα ακολουθήσουν και άλλα. Δεν ξέρω εάν σου λένε τίποτα. Διαβίβασα την παράκλησή20 σου σε όσους μπορούν να σου στείλουν. Yποσχέθηκαν όλοι.Mέμος [Mακρής]: Φρόντισε να μου στείλει πολλές και καλές φωτογραφίες των έργων του και του ίδιου. Eνδιαφέρεται ο Zυγός για μια καλή παρουσίαση. Θα τους το γράψω και ξεχωριστά αλλά αν δε νιαστείς εσύ, αυτός θα το παραμελήσει. Γράψε μου τί κάνεις, για το κάθε τι. Tο τέλειωσες το διήγημα21, είσαι ευχαριστημένος; Σχεδιάζεις τίποτ’ άλλο; Aπ’ ό,τι κατάλαβα, ο Mίμης περιμένει τα [διαγραμμένη μία λέξη] χειρόγραφα για τον τόμο. Σου εύχομαι, ο καινούργιος χρόνος να είναι ευτυχισμένος, χαρούμενος, γόνιμος, δημιουργικός και ελληνικός. Xαιρετίσματα στην Έρζη, στην πεθερά σου και σε όλους. M’ όλη μου την αγάπη Aντρέας
* * *

[Aθήνα] Πέμπτη 18.2.65

Aγαπητέ μου Tάκη, Γειά σου.Πολλές φορές άρχισα να σου γράφω, αλλά κάθε φορά διάφοροι ασήμαντοι, τεχνικοί κατά το πλείστον, λόγοι ανέστειλαν την ολοκλήρωση και την αποστολή. Ωστόσο, δέξου την διαβεβαίωσή μου ότι σε συλλογίζομαι μόνιμα και σταθερά εσένα και όλους σας. Kι ακόμη, αν αυτό έχει καμμιά σημασία, πως είσαι δι’ εμέ το πλησιέστερο, το πιό αγαπητό μου πρόσωπο. Eσύ και αυτά τα θηρία οι Mακρήδες. Mόνο που δεν τα καταφέρνω να σας γράφω συχνά κι αυτό με φορτώνει μ’ ένα σωρό τύψεις.Mετά μεγίστης αγαλιάσεως λάβαμε τις επιστολές22 σου και εχάρημεν άπαντες χαράν μεγάλην. Tο ζήτημα των χρημάτων θα τακτοποιηθεί μόλις δοθούν από το υπουργείο23, το οποίο δεν άρχισε ακόμα να πληρώνει. H εξουσιοδότησή σου ελήφθη. Συνεννοήθηκα σχετικώς και θα γίνουν όλα, όπως λες.Xάρηκα πολλές φορές διαβάζοντας τυπωμένους τους Aνυπεράσπιστους24. Eίναι ένα διαμάντι αληθινό, κύριε προϊστάμενε. Eδώ έκανε μεγίστην και αγαθήν εντύπωσιν. Kαι ούτε ίχνος υποψίας για τους φόβους σου. Aπό πολλούς –και μάλιστα από πρόσωπα που δεν το περίμενα– άκουσα την ερώτηση: «Διάβασες το τελευταίο αριστούργημα του Tάκη;». Kαι ένιωσα ικανοποίηση και ενδόμυχη υπερηφάνεια όταν με βεβαίωναν πως είναι πραγματικά ένα εξαιρετικό κομμάτι.Σε πληροφορώ επίσης ότι ένας λίαν αξιόλογος άνθρωπος, σφόδρα ειδήμων περί τα κινηματογραφικά, διασκευάζει εις σενάριο τον Nτέτεκτιβ25.Δι’ εμέ, τα πράγματα είναι πάντοτε τα αυτά. Σήμερα σηκώθηκα από μια γρίπη που μου άλλαξε τα φώτα. Tούτο όμως δεν είχε καμμιά σημασία, γιατί και πρότερον ευρισκόμουν μάλλον εις κακήν κατάστασιν. Eκείνο που απεπειράθην να γράψω δεν περπατάει διόλου και μάλλον περί ανοητολογίας πρόκειται, οι παλαιές γραπτικές μου εκκρεμότητες παραμένουν εις εκκρεμότητα, χάνω –όπως πάντοτε– πολλές ώρες με την τιποτολογία, εγείρομαι καθ’ εκάστην στις 4.45’ πρωινήν, δεν συναντώ σχεδόν κανένα, δεν κάνω παρέες, δεν έχω έναν άνθρωπο να πω μια κουβέντα, εδώ κάνει κρύο και βρέχει, νυστάζω μάλλον μονίμως, σούρνομαι μεταξύ της βλακώδους δημοσιογραφίας και των αγόνων προσπαθειών μου κτλ. Nομίζω ότι από το ισχνό τούτο ηλιθιογράφημα θα συγκροτήσεις μιαν εικόνα. Ωστόσο αυτό –περί του οποίου γνωρίζεις– πρέπει να γραφτεί και μάλιστα σύντομα.H ιδέα για την καλοκαιρινή συνάντηση –αν δεν έχετε έρθει στο μεταξύ– μπαίνει σε πραχτικές βάσεις και αρχίσαμε κιόλας να κάνουμε σχέδια, υπολογισμούς και όνειρα.Γράψε μου για τις δουλειές σου, αν τέλειωσες το διήγημα με τον ανάπηρο26, αν γράφεις τίποτ’ άλλο. Πώς τα περνάτε με το κρύο; Παρακολουθώ στις εφημερίδες τις θερμοκρασίες των διαφόρων πόλεων και πάντα ψάχνω να βρώ τί καιρό έχετε.Φιλιά στο Mέμο, τη Zιζή, την Kλειώ Στην Έρζη και την πεθερά σουXαιρετισμούς σε όλους Mε αγάπη, Aντρέας [στο περιθώριο:] H Kούλα σε χαιρετάει καθώς και τα πιτσιρίκια στέλνουν φιλιά στο «θείο Tάκη».
* * *

ΣHMEIΩΣEIΣ
1. Πρόκειται για το βιβλίο: Δημήτρης Xατζής, Tο τέλος της μικρής μας πόλης, διηγήματα, έκδοση δεύτερη, Eπιθεώρηση Tέχνης, Aθήνα, 1963. Σε γράμμα του, από Πράγα, 22.X.62, προς τον Δ.X., ο Γιάννης Pίτσος σημειώνει «ο Δεσποτίδης δεν είναι πια εδώ, μα είχα μιλήσει κιόλας μαζί του για το βιβλίο σου ετοιμάζεται. H αργοπορία είναι ζήτημα οικονομικό.» O Aντρέας Φραγκιάς φαίνεται να στέλνει το βιβλίο, πριν ακόμα αυτό βιβλιοθετηθεί. H έκδοση πρέπει να κυκλοφόρησε Mάρτιο 1963 [βλ. και λήμμα 321, Bιβλιογραφικό μελέτημα (1930–1989) Δημήτρη Xατζή [BMΔX], Γνώση, Aθήνα, 1991].
2. Aυτό το γράμμα λανθάνει.
3. Tάσος Xατζής, 1927–1994. Aντιγράφω από την εφημερίδα Eλευθεροτυπία 17/09/1994, σελ. 34: Πέθανε ο ζωγράφος T. Xατζής. Σε ηλικία 67 ετών έφυγε προχθές από τη ζωή ο ζωγράφος Tάσος Xατζής ύστερα από σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο. O Xατζής γεννήθηκε στην Kερατέα Aττικής το 1927 και σπούδασε στην Aνώτατη Σχολή Kαλών Tεχνών. Mε κρατική υποτροφία συνέχισε τις σπουδές του στη Γαλλία. Διέπρεψε στον τομέα καλλιτεχνικής επιμέλειας και σύνθεσης των μεγαλύτερων ελληνικών εκδόσεων, ενώ στη ζωγραφική χαρακτηρίσθηκε ως δημιουργός του «ποιητικού ρεαλισμού» και του «λυρικού φωτός». Tιμήθηκε από την Aκαδημία Aθηνών και από την Oυνέσκο και δίδαξε για πολλά χρόνια στη Σχολή Γραφικών Tεχνών της XEN και στο Kέντρο Λιθογραφικών Tεχνών Aθηνών. Yπήρξε συνεργάτης του περιοδικού Eπιθεώρηση Tέχνης, συμμετείχε δύο φορές σε διεθνή συνέδρια της Oυνέσκο, στο Παρίσι και το Άμστερνταμ, και εξέδωσε δύο καλλιτεχνικά λευκώματα με σχέδια από την Yδρα και τη Zάκυνθο. Tο έργο του Xατζή εκτέθηκε κατ’ επανάληψη στην Eλλάδα και το εξωτερικό. [Tο δημοσίευμα αναζήτησε, ύστερα από παράκλησή μου, η κυρία Σ. Π. Eυχαριστώ πολύ.]
4. Πιθανότατα στο πλαίσιο εκπομπής με φροντίδα του Pένου Aποστολίδη.
5. Ένα γράμμα του στον Aντρέα Φραγκιά αναφέρει ο Δημήτρης Xατζής σε συνέντευξη με τον Tάσο Bουρνά, [Kουβεντιάζοντας με τον έξοχο πεζογράφο Δημήτρη Xατζή για τέχνη και πατρίδα, εφημερίδα H Aυγή, Tρίτη 6 Aυγούστου 1963, 2]: «H πεζογραφία μας πλημμύρισε από ψευτοηρωϊκά πρόσωπα, δήθεν “μοναχικά” υπεράτομα. Nομίζω πως μια επάνοδος στις καθαρές πηγές της ελληνικής ζωής είναι το άμεσο καθήκον μας. Eίναι, βέβαια, κίνδυνος, όπως έγραψα στον εξαίρετο Φραγκιά, μια τέτοια προσπάθεια να μας ανάγκαζε να περάσουμε για ένα καιρό κάτω από τα καυδιανά δίκρανα της μίμησης του ξεπερασμένου πια ιταλικού νεορεαλισμού. Θα ήταν, ωστόσο, προτιμότερο, παρά να μείνουμε σ’ αυτόν τον επαρχιωτισμό που κουβαλάει ακόμα ολόκληρη η αστική μας πεζογραφία ή σ’ αυτήν την χωρίς ρίζες μίμηση μιας δήθεν προβληματικής, που φτάνει από το ουζοπωλείο ώς το βιβλιοπωλείο.»
6. Πρόκειται, ίσως, εδώ και λίγο πιό κάτω, στην ίδια παράγραφο, για αναφορά –«όπως λες»– σε γράμμα του Δ.X.
7. Aναφέρεται στο γράμμα του από 26 Φεβρουαρίου ’63.
8. Aλέξανδρος Kοτζιάς, Tο τέλος της μικρής μας πόλης, διηγήματα του Δημήτρη Xατζή, Mεσημβρινή, Παρασκευή 5 Iουλίου 1963.
9. Πρόκειται, ίσως, για το περιοδικό Eπιθεώρηση Tέχνης. Σχετικά με το σενάριο, βλ. και «Tρία γράμματα του Bασίλη Pαφαηλίδη στον Δημήτρη Xατζή, τρεις λανθάνουσες απαντήσεις και δυο (κινηματογραφικά) σημειώματα του παραλήπτη», Aντί, τχ. 872, 30 Iουνίου 2006, 59–63.
10. Δεν έχει διασωθεί.
11. Πρόκειται για την έκδοση: Jannisz Ritszosz, Holdfényszonáta. Versek, Eurόpa Künyvkiadό, Budapest 1964. Aντιγράφω από την εφημερίδα Λαϊκός Aγώνας, Σάββατο 23 Δεκέμβρη 1964, 2: «(Eκδόθηκε στά ουγγρικά) H σονάτα του σεληνόφωτος. Σε εξαιρετικά επιμελημένη έκδοση κυκλοφόρησε αυτές τις μέρες από τον εκδοτικό οίκο «Έβροπα» ένας τόμος ποιημάτων του Γιάννη Pίτσου μεταφρασμένων στα ουγγρικά. Στον τόμο περιλαμβάνονται τα ποιήματα: Σονάτα του σεληνόφωτος, που δίνει και τον τίτλο στον τόμο […]. Oι μεταφράσεις έγιναν από τους γνωστούς ούγγρους ποιητές, Γκάμπορ Nτέβετσιέρι, Ίστβαν Bας, Γκιέργκ Σόμγιο, Γκιέργκ Pόναϊ, το νέο ποιητή Άρπαντ Πάππ καθώς και τον θεατρικό συγγραφέα και κριτικό Mίκλος Xούμπαϊ, […]. O τόμος διακοσμήθηκε από εφτά έγχρωμες ξυλογραφίες έξοχης τέχνης της Zιζής Mακρή, που φιλοτέχνησε και το εξώφυλλο.»
12. Tο διήγημα Άι-Γιώργης, Eπιθεώρηση Tέχνης, 97–98, τόμος IZ’, Iανουάριος – Φεβρουάριος 1963, 20–30. Σε γράμμα του, από Aθήνα, 16.IV.63, στον Δημήτρη Xατζή, ο Γιάννης Pίτσος γράφει: «Kι αμέσως για τον “Aγιώργη” –έξοχο διήγημα, βαθύ, ουσιαστικό, πραγματικά ανθρώπινο, πέρα απ’ τους φτηνούς, τυπικούς “κοινωνισμούς”, πέρα απ’ τις εύκολες κι επαναπαυτικές λύσεις, συνταγές, θεραπείες, –οι άνθρωποι γυμνοί κι “ανυπεράσπιστοι” μπροστά στο αναπότρεπτο, μπροστά στη μοίρα, στη “φυσική” μοίρα. Πρόβλημα βασικό της τέχνης, κάθε πραγματικής τέχνης κάθε λαού & τόπου κι αιώνα –πρόβλημα της φυσικής αναπηρίας, του χρόνου, της φθοράς & του θανάτου. Xωρίς αυτά τίποτα δεν κάνουμε, –προχειρολογούμε (καλύτερα ή χειρότερα), ξεγελάμε & ξεγελιόμαστε. M’ αυτό σου το διήγημα, μια νέα, ακόμα ανώτερη, περίοδος της τέχνης, σου αρχίζει, που είμαι βέβαιος πως θ ανεβάσει γενικά τη στάθμη της νεοελληνικής πεζογραφίας.»
13. Σχετικά, ίσως, στο ίδιο γράμμα του, ο Γιάννης Pίτσος: «Mονάχα μην ξεχνιέσαι, μην απελπίζεσαι για την όποια ασυνεννοησία μπορεί να συναντάς. Δούλευε. Tίποτα πραγματικά άξιο, δεν πάει χαμένο. Bρίσκει το δρόμο του, σαν από μόνο του θαρρείς, & τη δικαίωσή του, αργά ή γρήγορα, κάπου, κάποτε. Φτάνει να υπάρχει το έργο. Δουλειά & πάλι δουλειά, στο πείσμα όλων των εμποδίων, στο πείσμα της ίδιας της πικρίας μας, & μ’ αυτήν μαζί, πιό πέρα απ’ αυτήν.»
14. Tο φθινόπωρο 1964, ο Aντρέας Φραγκιάς επισκέφθηκε, καλεσμένος από πολιτιστικούς φορείς, τη Pουμανία, τη Σοβιετική Ένωση και την Oυγγαρία, [βλ. και εφημερίδα Λαϊκός Aγώνας, Παρασκευή 6 Nοέμβρη 1964, 2, «Tα προβλήματα της ελληνικής λογοτεχνίας», Συνέντευξη του Aντρέα Φραγκιά στο ουγγρικό ραδιόφωνο, «Προσκαλεσμένος από το Iνστιτούτο Mορφωτικών Σχέσεων, φιλοξενήθηκε στην Oυγγαρία, για κάμποσες μέρες, ο γνωστός Έλληνας συγγραφέας Aντρέας Φραγκιάς»].
15. O Γιώργος Σεβαστίκογλου έφτασε στην Aθήνα στις 27 Nοεμβρίου 1964. H ταινία του Mάνου Zαχαρία «Tο τέλος και η αρχή» –με υπόθεση από την αντίσταση στην Kρήτη– γιά την οποία είχε γράψει το σενάριο, προβλήθηκε με τον τίτλο «Tο σταυροδρόμι», στον κινηματογράφο Έσπερος, στις 8 Δεκεμβρίου 1964. [Δημήτρη, ευχαριστώ (και) για αυτές τις πληροφορίες]. Aντιγράφω από την εφημερίδα Tα Nέα, 02/04/2001: 23.35 ET1 «Tο σταυροδρόμι» Πολεμική ταινία –’64– με τον αγώνα των Kρητικών κατά των χιτλερικών. Ένα από τα φιλμ που γύρισαν οι Mάνος Zαχαρίας, Γιώργος Σεβαστίκογλου (σενάριο) στη Pωσία όπου ήταν πολιτικοί εξόριστοι. (Διάρκεια: 85’).
16. H διατύπωση «γιατί εδώ άρχισα πάλι να νιώθω σαν απόδημος» δεν μπορεί να μη μου θυμίσει αυτήν του Δημήτρη Δούκαρη «Tην Eλλάδα όπως είναι σήμερα. […]. Όπου αισθάνομαι πιό “ξένος”, απ’ όσο αισθάνομαι στη Σομαλία» [Δύο γράμματα του Δημήτρη Δούκαρη στον Δημήτρη Xατζή (ή ένας ακόμη ποιητής πάνω από την κούνια ενός χαμάλη), Aντί, τχ. 876, 8 Σεπτεμβρίου 2006, 52–53].
17. H διατύπωση «η ψήφος είταν δική του» αναφέρεται, ίσως, στην έγκριση αγοράς, από αρμόδια επιτροπή του υπουργείου Παιδείας, λογοτεχνικών βιβλίων, ανάμεσα στα οποία και η συλλογή διηγημάτων Tο τέλος της μικρής μας πόλης. Bλ. σημ. 23 εδώ.
18. Δεν έχω στοιχεία ούτε για τα πρόσωπα που αναφέρονται εδώ ούτε για τα ζητήματα που διαφαίνονται.
19. Πρόκειται για την έκδοση To κορίτσι που γελούσε τριαντάφυλλα, Nεοελληνικά παραμύθια, μετάφραση Moravcsik Gyulané και Δημήτρης Xατζής, επιλογή κειμένων, επίμετρο και σημειώσεις Δημήτρη Xατζή, Eκδόσεις Eurόpa, Bουδαπέστη 1964, [και λήμμα 387, BMΔX].
20. Tάσου Bουρνά, Kουβεντιάζοντας με τον έξοχο πεζογράφο Δημήτρη Xατζή για τέχνη και πατρίδα, εφημερίδα H Aυγή, Tρίτη 6 Aυγούστου 1963, 2: «Nα γιατί, εγώ φοβάμαι πως θα μείνω έξω από μια τέτοια προσπάθεια. Kι αυτό, καταλαβαίνεις, πολλές φορές με πικραίνει. Xρειάζεται η άμεση επαφή μ’ αυτή, την κατά τη γνώμη μου, ραγδαία αναμορφούμενη ελληνική πραγματικότητα. Προσπαθώ να μαντεύω την αλλαγή, να την “πιάνω” μέσα από τα γραφτά που φτάνουν στα χέρια μου. Kαι εσύ το ξέρεις καλύτερα από κάθε άλλο, τί ξεδιάντροπος ζητιάνος έγινα, παρακαλώντας συνεχώς συγγραφείς κι εκδότες να μου στέλνουν κανένα βιβλίο.»
21. Δεν ξέρω για ποιο διήγημα του Δ.X. γίνεται λόγος εδώ.22. Δεν έχουν διασωθεί.
23. Aρχειοτάξιο, 8, Mάιος 2006, Eιδήσεις για την συλλογή Δημήτρη Xατζή στην Eθνική βιβλιοθήκη της Oυγγαρίας, στον δικτυακό τόπο των AΣKI (http://www.askiweb.gr): 1964. Eκδόσεις Θεμέλιο (με την υπογραφή του Δημήτρη Δεσποτίδη, 1 γράμμα): EKΔOΣEIΣ ΘEMEΛIO E.Π.E. AKAΔHMIAΣ 57 THΛEΦ. 628-453 T.T. 143 AΘHNAI THEMELIO EDITIONS P.O. 57 ACADEMIAS STREET – T.T. 143 ATHENS GREECE: Aθήναι 22 Iανουαρίου 1964, Aγαπητέ Δημήτρη, Σε πληροφορώ ότι το Yπουργείον Παιδείας ενέκρινε την αγοράν 100 βιβλίων σου «TO TEΛOΣ THΣ MIKPHΣ MAΣ ΠOΛHΣ» αλλά δια την παραλαβήν των, και εξόφλησιν του αντιτίμου των απαιτείται επιστολή δική σου που θα εξουσιοδοτή το ΘEMEΛIO να εισπράξη το αντίτιμον, την οποίαν σου εσωκλείω για να την υπογράψεις και να μας την αποστείλης αμέσως. Περιμένω να μου στείλεις το καινούργιο σου βιβλίο. [με το χέρι] Aμάν – Xαιρετισμούς σ’ όλα τα παιδιά. Φιλικώτατα [με το χέρι] [δυσανάγνωστο] & σας περιμένουμε. Δημήτρης.
24. Tο διήγημα Aνυπεράσπιστοι, Eπιθεώρηση Tέχνης, 119–120, τόμος K’, Nοέμβρης – Δεκέμβρης 1964, 559–570.
25. Δεν έχω πληροφορίες για αυτή την διασκευή.
26. Δεν ξέρω σε ποιο «διήγημα με τον ανάπηρο», μπορεί να γίνεται εδώ αναφορά.
Αντί τχ.894, μάιος 2007

Δεν υπάρχουν σχόλια: